- δαμάλεως
- тёлки
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета). 2014.
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета). 2014.
δαμάλεως — δαμάλεω̆ς , δάμαλις young cow fem gen sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)